Γνωστό και ως Καβοκολώνες, είναι το ακρωτήριο που βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο της Αττικής, στην εσχατιά του νομού. Εκτός από αρχαιολογικός χώρος παγκοσμίου φήμης, είναι και από τις σημαντικότερες παραθεριστικές περιοχές των Αθηναίων.
Η περιοχή κατοικήθηκε από τους προϊστορικούς χρόνους. Στο ακρωτήριο βρέθηκαν τάφοι της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3η χιλ. π.Χ.). Το φρούριο και τα ιερά ανήκαν στο δήμο των Σουνιέων, όπως διαμορφώθηκε με την πολιτειακή μεταρρύθμιση του Κλεισθένους το 510 π.Χ.
Από το Σούνιο η πόλη - κράτος των Αθηνών ήλεγχε το θαλάσσιο πέρασμα προς το Αιγαίο και τον Πειραιά, το κεντρικό της λιμάνι, καθώς και τη χερσόνησο της Λαυρεωτικής, με τα πλούσια μεταλλεία αργύρου, χάρις στα οποία αναδείχθηκε σε υπερδύναμη τον 5ο αι. π.Χ.
Σύμφωνα με τη μυθολογία από το ακρωτήριο του Σουνίου ο βασιλιάς της Αθήνας, Αιγέας, πήδηξε στη θάλασσα και αυτοκτόνησε δίνοντας έτσι το όνομά του στο Αιγαίο. Αιτία της αυτοκτονίας το μαύρο πανί στο πλοίο του Θησέα (ο οποίος επέστρεφε από την Κρήτη), που έκανε τον Αιγέα να πιστέψει πως ο γιος του δεν είχε βγει νικητής από την αναμέτρηση με τον Μινώταυρο. Στην πραγματικότητα ο Θησέας είχε ξεχάσει να αλλάξει το πανί σε λευκό.
Βρίσκεται σε απόσταση 68 χιλιομέτρων από την Αθήνα και η πρόσβαση είναι εφικτή με λεωφορείο και αυτοκίνητο. Το ακρωτήριο, με βραχώδη και απότομα παράλια, ορθώνεται σχεδόν κάθετα από την θάλασσα σε μεγάλο ύψος σχηματίζοντας στους πρόποδες του δυο όρμους που χωρίζονται με μικρό ισθμό.
Η περιοχή είναι γνωστή λόγω της στρατηγικής γεωγραφικής του θέσης, αλλά κυρίως για τον αρχαίο ναό του Ποσειδώνα, μεγάλο μέρος του οποίου σώζεται ακόμα και είναι ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα παγκοσμίως.
Επίσης υπάρχει οικισμός του φρουρίου που πιθανότατα ήταν το κέντρο του δήμου, από τον οποίο είναι γνωστά και άλλα κατάλοιπα. Επίσης υπάρχει και ο Εθνικός Δρυμός τού Σουνίου, με έκταση πυρήνα 750 εκτάρια και επέκταση περιφερειακής ζώνης 2.750 εκτάρια.